Απαραίτητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απαραίτητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неизбежно, необходимо, е необходимо, необходима, необходимост, необходимата
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαραίτητα
απαραίτητα αμινοξέα, απαραίτητα πράγματα για ταξίδι, απαραίτητα δικαιολογητικά για έκδοση διαβατηρίου, απαραίτητα για το μωρό, απαραίτητα καλλυντικά, απαραίτητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απαραίτητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απανθρωπιά στα βουλγαρικά - безчовечност, жестокост, безчовечността, нечовечността, нехуманност
- απαντώ στα βουλγαρικά - отвръщам, реакция, отговор, отговарям, задоволявам, отговаряте, отговаряш, ...
- απαραίτητος στα βουλγαρικά - необходимо, е необходимо, необходима, необходимост, необходимата
- απαραβίαστο στα βουλγαρικά - неприкосновеност, неприкосновеността, неприкосновени, неприкосновенност, ненарушимост
Τυχαίες λέξεις
Απαραίτητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: неизбежно, необходимо, е необходимо, необходима, необходимост, необходимата
Μεταφράσεις: неизбежно, необходимо, е необходимо, необходима, необходимост, необходимата