Απαραίτητα στα ουγγρικά
Μετάφραση: απαραίτητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
feltétlenül, elmaradhatatlanul, múlhatatlanul, elkerülhetetlenül, szükséges, szükség, szükségesek, szükségesnek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαραίτητα
απαραίτητα αμινοξέα, απαραίτητα πράγματα για ταξίδι, απαραίτητα δικαιολογητικά για έκδοση διαβατηρίου, απαραίτητα για το μωρό, απαραίτητα καλλυντικά, απαραίτητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απαραίτητα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- απανθρωπιά στα ουγγρικά - embertelenség, az embertelenség, embertelensége, embertelenségét, embertelenséggel
- απαντώ στα ουγγρικά - válasz, válaszolni, választ, válaszoljon, válaszol
- απαραίτητος στα ουγγρικά - szükséges, szükség, szükségesek, szükségesnek
- απαραβίαστο στα ουγγρικά - sérthetetlenség, sérthetetlenségét, sérthetetlenségének, sérthetetlensége, sérthetetlenséget
Τυχαίες λέξεις
Απαραίτητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: feltétlenül, elmaradhatatlanul, múlhatatlanul, elkerülhetetlenül, szükséges, szükség, szükségesek, szükségesnek
Μεταφράσεις: feltétlenül, elmaradhatatlanul, múlhatatlanul, elkerülhetetlenül, szükséges, szükség, szükségesek, szükségesnek