Γενικά στα βουλγαρικά

Μετάφραση: γενικά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
общо, обикновено, цяло, като цяло, принцип
Γενικά στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενικά

γενικά αρχεία του κράτους, γενικά συνώνυμα, γενικά κληροδοτήματα υπέρ της εκπαιδεύσεως, γενικά αρχεία του κράτουσ ιωάννινα, γενικά αρχεία του κράτους μαγνησίας, γενικά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γενικά στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • γενετικός στα βουλγαρικά - генетичен, генетична, генетично, генетичната, генетичния
  • γενιά στα βουλγαρικά - поколение, производство, генериране, производството, производство на
  • γενική στα βουλγαρικά - общ, обща, общия, цяло, общото
  • γενικός στα βουλγαρικά - общ, обща, общия, цяло, общото
Τυχαίες λέξεις
Γενικά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: общо, обикновено, цяло, като цяло, принцип