Γενικά στα ιταλικά
Μετάφραση: γενικά, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
generalmente, generale, genere, in generale, in genere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενικά
γενικά αρχεία του κράτους, γενικά συνώνυμα, γενικά κληροδοτήματα υπέρ της εκπαιδεύσεως, γενικά αρχεία του κράτουσ ιωάννινα, γενικά αρχεία του κράτους μαγνησίας, γενικά λεξικό γλώσσας ιταλικά, γενικά στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- γενετικός στα ιταλικά - genetico, genetica, genetiche, genetici
- γενιά στα ιταλικά - generazione, generazione di, produzione, la generazione, generazioni
- γενική στα ιταλικά - generale, generali, genere, collettivo
- γενικός στα ιταλικά - camice, grembiule, globale, generale, totale, complessivo, generali, ...
Τυχαίες λέξεις
Γενικά στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: generalmente, generale, genere, in generale, in genere
Μεταφράσεις: generalmente, generale, genere, in generale, in genere