Γενικά στα νορβηγικά
Μετάφραση: γενικά, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vanligvis, generelt, regel, som regel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενικά
γενικά αρχεία του κράτους, γενικά συνώνυμα, γενικά κληροδοτήματα υπέρ της εκπαιδεύσεως, γενικά αρχεία του κράτουσ ιωάννινα, γενικά αρχεία του κράτους μαγνησίας, γενικά λεξικό γλώσσας νορβηγικά, γενικά στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- γενετικός στα νορβηγικά - genetisk, genetiske, arve, arvelig
- γενιά στα νορβηγικά - generasjon, generasjonen, generasjons, generering, slekt
- γενική στα νορβηγικά - general, generelt, generell, generelle
- γενικός στα νορβηγικά - alminnelig, allmenn, general, generell, generelt, generelle
Τυχαίες λέξεις
Γενικά στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: vanligvis, generelt, regel, som regel
Μεταφράσεις: vanligvis, generelt, regel, som regel