Γόνιμος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
плодороден, плодородна, плодородната, плодородни, плодородните
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γόνιμος
γόνιμος συνώνυμα, γόνιμος english, γόνιμος αντωνυμο, γόνιμος διάλογος, γόνιμος ορισμός, γόνιμος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γόνιμος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γόνατο στα βουλγαρικά - коляно, колено, коляното, на коляното, коляното на, коленете
- γόνδολα στα βουλγαρικά - гондола, лифт, лифта, кабинковия, Gondola
- γόνος στα βουλγαρικά - потомък, издънка, Scion, на Scion, Потомка
- γύπας στα βουλγαρικά - гриф, лешояд, лешояди, лешоядите, Vulture, на лешоядите
Τυχαίες λέξεις
Γόνιμος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: плодороден, плодородна, плодородната, плодородни, плодородните
Μεταφράσεις: плодороден, плодородна, плодородната, плодородни, плодородните