Γόνιμος στα δανικά

Μετάφραση: γόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
frugtbar, frugtbare, frugtbart, fertile, frodige
Γόνιμος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γόνιμος

γόνιμος συνώνυμα, γόνιμος english, γόνιμος αντωνυμο, γόνιμος διάλογος, γόνιμος ορισμός, γόνιμος λεξικό γλώσσας δανικά, γόνιμος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γόνατο στα δανικά - knæ, knæet, knæ-
  • γόνδολα στα δανικά - Gondola, gondolen, gondol, Gondolpladsen
  • γόνος στα δανικά - scion, podningsmateriale, ætling, podekviste, efterkommer
  • γύπας στα δανικά - grib, vulture, gribben, munkegrib
Τυχαίες λέξεις
Γόνιμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: frugtbar, frugtbare, frugtbart, fertile, frodige