Γόνιμος στα τούρκικα
Μετάφραση: γόνιμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
verimli, bereketli, fertil, verimli bir, doğurgan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γόνιμος
γόνιμος συνώνυμα, γόνιμος english, γόνιμος αντωνυμο, γόνιμος διάλογος, γόνιμος ορισμός, γόνιμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, γόνιμος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γόνατο στα τούρκικα - diz, dizinden, dizine
- γόνδολα στα τούρκικα - gondol, Gondola, teleferik, demiryolu yarı
- γόνος στα τούρκικα - evlât, Scion, Filiz, kalem, aşı kalemi
- γύπας στα τούρκικα - akbaba, Vulture, akbabası, bir akbaba
Τυχαίες λέξεις
Γόνιμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: verimli, bereketli, fertil, verimli bir, doğurgan
Μεταφράσεις: verimli, bereketli, fertil, verimli bir, doğurgan