Δηκτικός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: δηκτικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
унищожителен, язвителен, язвителна, унищожителна, язвително
Δηκτικός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δηκτικός

δηκτικός συνώνυμα, δεικτικός σημασία, δηκτικός ορισμός, δηκτικός english, δηκτικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δηκτικός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • δεύτερον στα βουλγαρικά - секунда, на второ място, второ, На второ, второ място, от друга
  • δεύτερος στα βουλγαρικά - секунда, втори, второ, втората, втора, втория
  • δηλητηρίαση στα βουλγαρικά - отравяне, отравяния, отравяне с, отравянето, отравяне на
  • δηλητηριώδης στα βουλγαρικά - отровен, отровни, отровна, отровно, отровния
Τυχαίες λέξεις
Δηκτικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: унищожителен, язвителен, язвителна, унищожителна, язвително