Δηκτικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: δηκτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ображений, руйнування, знищує, що знищує, нищівний, нищівного, знищуватиме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηκτικός
δηκτικός συνώνυμα, δεικτικός σημασία, δηκτικός ορισμός, δηκτικός english, δηκτικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, δηκτικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- δεύτερον στα ουκρανικά - підтримати, підкріпити, по-друге, підкріпляти
- δεύτερος στα ουκρανικά - підтримати, підкріпити, підкріпляти, по-друге, другий, другої, другій, ...
- δηλητηρίαση στα ουκρανικά - отруйник, отрутник, отруєння
- δηλητηριώδης στα ουκρανικά - отруєння, псування, розбещення, отруйний, отрутний
Τυχαίες λέξεις
Δηκτικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ображений, руйнування, знищує, що знищує, нищівний, нищівного, знищуватиме
Μεταφράσεις: ображений, руйнування, знищує, що знищує, нищівний, нищівного, знищуватиме