Δηκτικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δηκτικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
знішчальны, знішчае
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηκτικός
δηκτικός συνώνυμα, δεικτικός σημασία, δηκτικός ορισμός, δηκτικός english, δηκτικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δηκτικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δεύτερον στα λευκορωσικά - сэкунда, па-другое
- δεύτερος στα λευκορωσικά - сэкунда, другі, другой
- δηλητηρίαση στα λευκορωσικά - атручэнне, атручванне, атручанне, атручваньне, атручаньне
- δηλητηριώδης στα λευκορωσικά - атрутны, ядавіты, атрутнае, з'едлівае, атрутная
Τυχαίες λέξεις
Δηκτικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: знішчальны, знішчае
Μεταφράσεις: знішчальны, знішчае