Δηκτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: δηκτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acı, scathing, kırıcı, sert bir dille eleştirdi, iğneleyici
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δηκτικός
δηκτικός συνώνυμα, δεικτικός σημασία, δηκτικός ορισμός, δηκτικός english, δηκτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, δηκτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δεύτερον στα τούρκικα - an, saniye, ikinci olarak, İkinci, ikincisi, ikinci olarak da
- δεύτερος στα τούρκικα - an, saniye, ikinci, ikinci bir
- δηλητηρίαση στα τούρκικα - zehirleme, zehirlenmesi, zehirlenme, zehirlenmeleri, zehirlenmesine
- δηλητηριώδης στα τούρκικα - zehirli, zehirlidir, zehirli bir
Τυχαίες λέξεις
Δηκτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: acı, scathing, kırıcı, sert bir dille eleştirdi, iğneleyici
Μεταφράσεις: acı, scathing, kırıcı, sert bir dille eleştirdi, iğneleyici