Διασφαλίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: διασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
охрана, имунизирам, имунизиране, имунизиране на, имунизират, имунизира
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασφαλίζω
διασφαλίζω λεξικό, διασφαλίζω στα αγγλικά, διασφαλίζω ορισμός, διασφαλίζω μετάφραση, διασφαλίζω συνώνυμα, διασφαλίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διασφαλίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- διαστρεβλώνω στα βουλγαρικά - основа, фалшифицирам, представям неточно, тенденциозно подбирам
- διασυρμός στα βουλγαρικά - унижение, насмешка, излияние, очерняне, оклеветяване, злословене, клевети, ...
- διασχίζω στα βουλγαρικά - хибрид, кръст, премине, пресече, пресичат, преминат
- διασώζω στα βουλγαρικά - запазвам, опазвам, закрилям, спазвам, спасяване, спасителен, оздравяване, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασφαλίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: охрана, имунизирам, имунизиране, имунизиране на, имунизират, имунизира
Μεταφράσεις: охрана, имунизирам, имунизиране, имунизиране на, имунизират, имунизира