Διασφαλίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: διασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
моцны, імунізаваць
Διασφαλίζω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασφαλίζω

διασφαλίζω λεξικό, διασφαλίζω στα αγγλικά, διασφαλίζω ορισμός, διασφαλίζω μετάφραση, διασφαλίζω συνώνυμα, διασφαλίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διασφαλίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • διαστρεβλώνω στα λευκορωσικά - скажэнне, скажэньне, перайначанне
  • διασυρμός στα λευκορωσικά - кляцьбу, зьневажаньне, ганьбу, паганьбеньне, зьнявагу
  • διασχίζω στα λευκορωσικά - перасякаць
  • διασώζω στα λευκορωσικά - выратаванне, выратаваньне, збаўленне, збавеньне, паратунак
Τυχαίες λέξεις
Διασφαλίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: моцны, імунізаваць