Διασφαλίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: διασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
захищати, доставати, гарантувати, достати, охороняти, гарантія, охорона, імунізувати, імунізуватимуть
Διασφαλίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασφαλίζω

διασφαλίζω λεξικό, διασφαλίζω στα αγγλικά, διασφαλίζω ορισμός, διασφαλίζω μετάφραση, διασφαλίζω συνώνυμα, διασφαλίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διασφαλίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διαστρεβλώνω στα ουκρανικά - попереджає, спотворення, перекручування, викривлення, перекручення
  • διασυρμός στα ουκρανικά - приниження, биття, наругу, ганьбу, паплюження, зневагу, ганьблення
  • διασχίζω στα ουκρανικά - хрест, перетнути, переходити, християнство, перетинати, перетинатимуть, пересікати, ...
  • διασώζω στα ουκρανικά - зберегти, крім, збережіть, позбавляти, записати, рескрипт, палімпсест, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασφαλίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: захищати, доставати, гарантувати, достати, охороняти, гарантія, охорона, імунізувати, імунізуватимуть