Διασφαλίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διασφαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óskaðlega, immunize, bólusetja, að bólusetja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασφαλίζω
διασφαλίζω λεξικό, διασφαλίζω στα αγγλικά, διασφαλίζω ορισμός, διασφαλίζω μετάφραση, διασφαλίζω συνώνυμα, διασφαλίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διασφαλίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαστρεβλώνω στα ισλανδικά - garble
- διασυρμός στα ισλανδικά - háð, niðurlæging, vilification
- διασχίζω στα ισλανδικά - kross, skerast, argur, yfir, fara yfir, að fara yfir
- διασώζω στα ισλανδικά - spara, geyma, bjarga, forða, frelsa, björgun, Rescue, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασφαλίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: óskaðlega, immunize, bólusetja, að bólusetja
Μεταφράσεις: óskaðlega, immunize, bólusetja, að bólusetja