Διγαμία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: διγαμία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
двуженство, двубрачие, двуженството, бигамия, двубрачието
Διγαμία στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διγαμία

διγαμία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, διγαμία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • διαχωρισμός στα βουλγαρικά - развод, сепарация, раздяла, отделяне, разделяне, разделение, разделянето
  • διαψεύδω στα βουλγαρικά - оспорвам, отричам, противостоят, противоречат, отрече
  • διδάσκω στα βουλγαρικά - преподавам, уча, научи, преподават, учат
  • διδασκαλία στα βουλγαρικά - обучение, преподаване, преподаването, учение, преподавателски
Τυχαίες λέξεις
Διγαμία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: двуженство, двубрачие, двуженството, бигамия, двубрачието