Διγαμία στα τσεχικά
Μετάφραση: διγαμία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dvojženství, bigamie
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διγαμία
διγαμία λεξικό γλώσσας τσεχικά, διγαμία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διαχωρισμός στα τσεχικά - oddělování, rozloučení, oddělení, separace, rozdělení, odluka, rozluka, ...
- διαψεύδω στα τσεχικά - popřít, vyvracet, odporovat, odmlouvat, popírat
- διδάσκω στα τσεχικά - vyučovat, učit, poučit, cvičit, vyučit, instruovat, naučit, ...
- διδασκαλία στα τσεχικά - výuka, vyučování, učení, výuky, výuku
Τυχαίες λέξεις
Διγαμία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: dvojženství, bigamie
Μεταφράσεις: dvojženství, bigamie