Διγαμία στα δανικά

Μετάφραση: διγαμία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bigami
Διγαμία στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διγαμία

διγαμία λεξικό γλώσσας δανικά, διγαμία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διαχωρισμός στα δανικά - separation, adskillelse, adskillelsen, separering, udskillelse
  • διαψεύδω στα δανικά - modsige, bortforklare, til skamme
  • διδάσκω στα δανικά - lære, undervise, underviser, lærer, undervise i
  • διδασκαλία στα δανικά - undervisning, undervisningen, lære, undervisnings-, undervise
Τυχαίες λέξεις
Διγαμία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bigami