Επιτελείο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επιτελείο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гипс, персонал, персонала, служители, служителите, на персонала
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτελείο
επιτελείο σταύρου μαλά, επιτελείο σαμαρά, επιτελείο αναστασιάδη, επιτελείο νίκου αναστασιάδη, επιτελείο εθνικής φρουράς, επιτελείο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επιτελείο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιτακτικός στα βουλγαρικά - авторитетен, авторитетни, авторитетно, авторитетна, авторитетното
- επιταχύνω στα βουλγαρικά - ускоряха, скорост, скоростта, скорост на, на скоростта, скоростта на
- επιτηδειότητα στα βουλγαρικά - умение, умения, уменията, умението, специалиста
- επιτηδευμένος στα βουλγαρικά - безвкусен, крещящ, проститутски, евтин, сериозната
Τυχαίες λέξεις
Επιτελείο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гипс, персонал, персонала, служители, служителите, на персонала
Μεταφράσεις: гипс, персонал, персонала, служители, служителите, на персонала