Επιτελείο στα ιταλικά

Μετάφραση: επιτελείο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gettare, buttare, personale, staff, il personale, del personale, personale di
Επιτελείο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιτελείο

επιτελείο σταύρου μαλά, επιτελείο σαμαρά, επιτελείο αναστασιάδη, επιτελείο νίκου αναστασιάδη, επιτελείο εθνικής φρουράς, επιτελείο λεξικό γλώσσας ιταλικά, επιτελείο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • επιτακτικός στα ιταλικά - imperioso, intensivo, obbligatorio, intenso, autorevole, autorevoli, autoritario, ...
  • επιταχύνω στα ιταλικά - accelerare, velocità, velocità di, la velocità, di velocità, della velocità
  • επιτηδειότητα στα ιταλικά - abilità, skill, di abilità, l'abilità, perizia
  • επιτηδευμένος στα ιταλικά - vistoso, meretricious, meretricio, meretricia, meretrice
Τυχαίες λέξεις
Επιτελείο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: gettare, buttare, personale, staff, il personale, del personale, personale di