Επιτελείο στα σλοβενικά
Μετάφραση: επιτελείο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hod, mavec, obsadit, osebje, zaposleni, osebja, zaposlenih, uslužbenci
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτελείο
επιτελείο σταύρου μαλά, επιτελείο σαμαρά, επιτελείο αναστασιάδη, επιτελείο νίκου αναστασιάδη, επιτελείο εθνικής φρουράς, επιτελείο λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επιτελείο στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επιτακτικός στα σλοβενικά - mandátní, intenzívní, intenzivní, avtoritativen, avtoritativni, avtoritativno, avtoritativna, ...
- επιταχύνω στα σλοβενικά - oživit, hitrost, hitrosti, vrtljajev, hitro, hitrostjo
- επιτηδειότητα στα σλοβενικά - spretnost, znanje, veščina, spretnosti, usposobljenosti
- επιτηδευμένος στα σλοβενικά - Bludnični
Τυχαίες λέξεις
Επιτελείο στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: hod, mavec, obsadit, osebje, zaposleni, osebja, zaposlenih, uslužbenci
Μεταφράσεις: hod, mavec, obsadit, osebje, zaposleni, osebja, zaposlenih, uslužbenci