Επιτελείο στα τούρκικα
Μετάφραση: επιτελείο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
biçim, kalıp, atma, personel, personeli, staff, çalışanları
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιτελείο
επιτελείο σταύρου μαλά, επιτελείο σαμαρά, επιτελείο αναστασιάδη, επιτελείο νίκου αναστασιάδη, επιτελείο εθνικής φρουράς, επιτελείο λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιτελείο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιτακτικός στα τούρκικα - yetkili, otoriter, yetkin, yetkili bir, yetkilendirmeli
- επιταχύνω στα τούρκικα - hızlandırmak, hız, hızlı, hızı, hızda, devir
- επιτηδειότητα στα τούρκικα - beceriklilik, beceri, skill, yetenek, becerisi, Puanı Su
- επιτηδευμένος στα τούρκικα - süslü püslü, cafcaflı, meretricious, gösterişli
Τυχαίες λέξεις
Επιτελείο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: biçim, kalıp, atma, personel, personeli, staff, çalışanları
Μεταφράσεις: biçim, kalıp, atma, personel, personeli, staff, çalışanları