Θεϊκός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θεϊκός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
божествен, божествена, божествената, божествено, божественото
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεϊκός
θεϊκός ανθρωπομορφισμός, θεϊκός σίδηρος, θειικός σίδηρος, θειικός χαλκός, θεϊκός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θεϊκός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θεωρητικός στα βουλγαρικά - теоретик, теоретик на, теоретикът, теоретичка
- θεωρώ στα βουλγαρικά - уважение, обмисли, разгледа, обмислят, помисли, помисли за
- θεός στα βουλγαρικά - бог, Бог, Бога, Божия
- θηλάζω στα βουλγαρικά - кърмя, сучат, суче, кърмят, кърми
Τυχαίες λέξεις
Θεϊκός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: божествен, божествена, божествената, божествено, божественото
Μεταφράσεις: божествен, божествена, божествената, божествено, божественото