Θωπεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θωπεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Tweedle, Туидъл
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θωπεύω
θωπεύω λεξικό, θωπεύω ετυμολογία, θωπεία θωπεύω, θωπεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θωπεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θυσία στα βουλγαρικά - жертва, жертвоприношение, жертвата, жертви, саможертва
- θυσιάζω στα βουλγαρικά - жертва, жертвоприношение, жертвата, жертви, саможертва
- θωριά στα βουλγαρικά - марж, марж на, маржин, свобода
- θόρυβος στα βουλγαρικά - шум, шума, на шума, на шум
Τυχαίες λέξεις
Θωπεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: Tweedle, Туидъл
Μεταφράσεις: Tweedle, Туидъл