Καθαγιάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свято, светя, освети, посвещават, освещавайте, осветиш
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καθαγιάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα βουλγαρικά - задача, тарифа, задачата, задачи, група
- καθίζω στα βουλγαρικά - сиренце, седя, седне, седнете, седят, седнат
- καθαιρώ στα βουλγαρικά - lustrate
- καθαρά στα βουλγαρικά - нето, нетен, нетната, нетна, нетно
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: свято, светя, освети, посвещават, освещавайте, осветиш
Μεταφράσεις: свято, светя, освети, посвещават, освещавайте, осветиш