Κιγκλίδωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κιγκλίδωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ограда, парапет, перила, релси, хулителна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιγκλίδωμα
κιγκλίδωμα ορισμόσ, κιγκλίδωμα ετυμολογια, κιγκλίδωμα μπαλκόνι, κιγκλίδωμα λεξικο, κιγκλίδωμα συνώνυμο, κιγκλίδωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κιγκλίδωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κιβούρι στα βουλγαρικά - гроб, ковчег, kivouri
- κιβωτός στα βουλγαρικά - щик, ковчег, кивот, Ноевия, Ark, ковчега
- κιθάρα στα βουλγαρικά - китара, китарата, на китара, китарист
- κιθαριστής στα βουλγαρικά - китарист, китариста, китаристът, китарист на, китариста на
Τυχαίες λέξεις
Κιγκλίδωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ограда, парапет, перила, релси, хулителна
Μεταφράσεις: ограда, парапет, перила, релси, хулителна