Μάνικα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μάνικα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шланг, маркуч, маркуча, маркучи, на маркуча
Μάνικα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνικα

πυροσβεστική μάνικα, μάνικα χαλκίδας, μάνικα πυρόσβεσης, σάμψων μάνικα, μάνικα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μάνικα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μάλλον στα βουλγαρικά - вероятно, по-скоро, доста, а, скоро
  • μάνα στα βουλγαρικά - майка, майката, на майка, майчин, майката на
  • μάνταλο στα βουλγαρικά - резе, ключалка, капаче, мандало, заключващия
  • μάντης στα βουλγαρικά - предсказателя, гадател, ясновидец
Τυχαίες λέξεις
Μάνικα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шланг, маркуч, маркуча, маркучи, на маркуча