Μάνικα στα σουηδικά

Μετάφραση: μάνικα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slang, slangen, lang
Μάνικα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνικα

πυροσβεστική μάνικα, μάνικα χαλκίδας, μάνικα πυρόσβεσης, σάμψων μάνικα, μάνικα λεξικό γλώσσας σουηδικά, μάνικα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • μάλλον στα σουηδικά - trolig, antaglig, trovärdig, sannolik, snarare, ganska, stället, ...
  • μάνα στα σουηδικά - mamma, mor, modern, moder, mamman
  • μάνταλο στα σουηδικά - spärr, spärren, låskretsen
  • μάντης στα σουηδικά - diviner, gudom, gudomligare, gudomliga, slagruteman
Τυχαίες λέξεις
Μάνικα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: slang, slangen, lang