Μάνικα στα ουγγρικά

Μετάφραση: μάνικα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
locsoló, slag, tömlő, tömlőt, cső, csövet, tömlõ
Μάνικα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνικα

πυροσβεστική μάνικα, μάνικα χαλκίδας, μάνικα πυρόσβεσης, σάμψων μάνικα, μάνικα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μάνικα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μάλλον στα ουγγρικά - inkább, meglehetősen, hanem, helyett
  • μάνα στα ουγγρικά - anya, anyja, édesanyja, anyját, anyád
  • μάνταλο στα ουγγρικά - kilincs, retesz, reteszt, zár, reteszét
  • μάντης στα ουγγρικά - jós, jövendőmondó
Τυχαίες λέξεις
Μάνικα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: locsoló, slag, tömlő, tömlőt, cső, csövet, tömlõ