Μάνικα στα δανικά

Μετάφραση: μάνικα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
slange, slangen, slanger, slangens
Μάνικα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάνικα

πυροσβεστική μάνικα, μάνικα χαλκίδας, μάνικα πυρόσβεσης, σάμψων μάνικα, μάνικα λεξικό γλώσσας δανικά, μάνικα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μάλλον στα δανικά - sandsynlig, snarere, stedet, i stedet, temmelig, frem
  • μάνα στα δανικά - mor, moderen, moder, moderens
  • μάνταλο στα δανικά - låsen, lås, latch, klinken, smæklåsen
  • μάντης στα δανικά - diviner, guddommeligere, guddommeligt, mere guddommelig
Τυχαίες λέξεις
Μάνικα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: slange, slangen, slanger, slangens