Μείωση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μείωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
намаление, намаляване, намаляване на, редукция, намаляването на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μείωση
μείωση μισθώματος, μείωση χοληστερόλης, μείωση τριχοφυΐας, μείωση εισφορών, μείωση τιμής φυσικού αερίου, μείωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μείωση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μαύρος στα βουλγαρικά - черен, черно, черна, черни, черната
- με στα βουλγαρικά - меня, с, със, на, при, по
- μεγάθυμος στα βουλγαρικά - magnanimousness
- μεγάλος στα βουλγαρικά - голям, расти, чудесен, велик, страхотен, голямо
Τυχαίες λέξεις
Μείωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: намаление, намаляване, намаляване на, редукция, намаляването на
Μεταφράσεις: намаление, намаляване, намаляване на, редукция, намаляването на