Μείωση στα τούρκικα

Μετάφραση: μείωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sadeleştirme, azalma, basitleştirme, azaltmak, indirgeme, azaltma, redüksiyon, küçültme
Μείωση στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μείωση

μείωση μισθώματος, μείωση χοληστερόλης, μείωση τριχοφυΐας, μείωση εισφορών, μείωση τιμής φυσικού αερίου, μείωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, μείωση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μαύρος στα τούρκικα - ayıp, kara, gara, keskin, siyah, black, siyah bir
  • με στα τούρκικα - bilen, beni, ile, sahip, olan, birlikte, ile birlikte
  • μεγάθυμος στα τούρκικα - magnanimousness
  • μεγάλος στα τούρκικα - yüksek, uzun, hırslı, büyük, kocaman, uzak, seçkin, ...
Τυχαίες λέξεις
Μείωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sadeleştirme, azalma, basitleştirme, azaltmak, indirgeme, azaltma, redüksiyon, küçültme