Μερίδα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μερίδα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
порция, част, участък, дял, частта
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μερίδα
μερίδα λαχανικών, μερίδα επενδυτή, μερίδα γύρος θερμίδες, μερίδα του λέοντος, μερίδα γραμμάρια, μερίδα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μερίδα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μεμψιμοιρώ στα βουλγαρικά - заяждане, правя дребнави възражения, заяждам се, несериозно възражение
- μενεξές στα βουλγαρικά - виолетов, виолетово, виолетови, виолетова, лилав
- μερίδιο στα βουλγαρικά - дял, акция, Сподели, Share, Закачи
- μεραρχία στα βουλγαρικά - разделение, делене, дивизия, разделяне, участък, поделение
Τυχαίες λέξεις
Μερίδα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: порция, част, участък, дял, частта
Μεταφράσεις: порция, част, участък, дял, частта