Νεύω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: νεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кимване, кимна, намигване, клюмам, кимане
Νεύω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νεύω

νεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νεύω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • νεότητα στα βουλγαρικά - младост, млад, младежта, младежката, младостта, за младежта
  • νεύρο στα βουλγαρικά - нерв, нервите, нерви, нервните, на нервите
  • νημάτιο στα βουλγαρικά - вокално, влакно, нажежаема, нажежаема жичка, с нажежаема жичка, нажежаемата
  • νηνεμία στα βουλγαρικά - тишина, затишие, приспи, временно затишие, затихвам
Τυχαίες λέξεις
Νεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: кимване, кимна, намигване, клюмам, кимане