Νοθεύω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: νοθεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подправям, софизми, извъртам, изменям, софист
Νοθεύω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοθεύω

νοθεύω συνώνυμο, νοθεύω english, νοθεύω στα αγγλικά, νοθεύω αγγλικά, νοθεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, νοθεύω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • νοημοσύνη στα βουλγαρικά - ум, интелигентност, разузнаване, интелект, разузнаването, разузнавателна
  • νοητός στα βουλγαρικά - възможен, осъществим, мислим, мислимо, мислима
  • νοιάζομαι στα βουλγαρικά - материя, грижа, грижи, внимание, грижите, обслужване
  • νοικάρης στα βουλγαρικά - квартирант, Roomer
Τυχαίες λέξεις
Νοθεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: подправям, софизми, извъртам, изменям, софист