Νοθεύω στα κροατικά

Μετάφραση: νοθεύω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
falsificirati, pokvariti, korumpirati, sofistikovati, učiniti prefinjenim, prefinjenim
Νοθεύω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νοθεύω

νοθεύω συνώνυμο, νοθεύω english, νοθεύω στα αγγλικά, νοθεύω αγγλικά, νοθεύω λεξικό γλώσσας κροατικά, νοθεύω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • νοημοσύνη στα κροατικά - um, intelekt, razum, inteligencija, Intelligence, inteligencije, inteligenciju, ...
  • νοητός στα κροατικά - razumljiv, uvjerljiv, dostižan, zamisliv, zamisliva, razmisliti, zamislivo odn, ...
  • νοιάζομαι στα κροατικά - materija, značiti, nevolja, stvar, prozaičan, briga, skrb, ...
  • νοικάρης στα κροατικά - zakupac, stanar, podstanar
Τυχαίες λέξεις
Νοθεύω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: falsificirati, pokvariti, korumpirati, sofistikovati, učiniti prefinjenim, prefinjenim