Νοθεύω στα λετονικά
Μετάφραση: νοθεύω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sagrozīt, piejaukt, viltot
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοθεύω
νοθεύω συνώνυμο, νοθεύω english, νοθεύω στα αγγλικά, νοθεύω αγγλικά, νοθεύω λεξικό γλώσσας λετονικά, νοθεύω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- νοημοσύνη στα λετονικά - intelekts, izlūkošanas, izlūkdati, izlūkošana, inteliģence
- νοητός στα λετονικά - domājams
- νοιάζομαι στα λετονικά - lieta, matērija, jautājums, temats, rūpes, piesardzība, aprūpe, ...
- νοικάρης στα λετονικά - nomnieks, rentnieks, īrnieks, iemītnieks
Τυχαίες λέξεις
Νοθεύω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: sagrozīt, piejaukt, viltot
Μεταφράσεις: sagrozīt, piejaukt, viltot