Ξύλο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξύλο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гора, дърво, дърва, дървесина, дървен материал, дървен
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύλο
ξύλο στη βουλή, ξύλο τικ, ξύλο καρυδιάς, ξύλο mdf, ξύλο γόφερ, ξύλο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξύλο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξύδι στα βουλγαρικά - оцет, узус, този с оцет, оцета, на оцет
- ξύλινος στα βουλγαρικά - дървен, дървена, дървени, дърво, дървената
- ξύνω στα βουλγαρικά - точите, остъргвам, едва минавам, одрасквам, ожулвам, докосвам се
- ξύπνημα στα βουλγαρικά - пробуждане, Пробуждането, Awakening, събуждане, Събуждането
Τυχαίες λέξεις
Ξύλο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гора, дърво, дърва, дървесина, дървен материал, дървен
Μεταφράσεις: гора, дърво, дърва, дървесина, дървен материал, дървен