Οικισμός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: οικισμός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
колонизация, село, заселение, селище, заселване, уреждане, сетълмент, сетълмента
Οικισμός στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικισμός

οικισμός χοιροκοιτίας, οικισμός in english, οικισμός γέννησης στα αγγλικά, οικισμός ουζιέλ, οικισμός προ του 1923, οικισμός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οικισμός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • οικειότητα στα βουλγαρικά - интимност, близост, интимността, близостта
  • οικιακός στα βουλγαρικά - домакинство, домакински, домакинствата, битови, домакинството
  • οικιστής στα βουλγαρικά - заселник, колонист, утайник, на заселниците
  • οικιστικός στα βουλγαρικά - жилищен, Жилищна, Жилищно, жилищни, на жилищни
Τυχαίες λέξεις
Οικισμός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: колонизация, село, заселение, селище, заселване, уреждане, сетълмент, сетълмента