Πλαστογραφία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πλαστογραφία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фалшификация, подправка, фалшифициране, подправяне, подправен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλαστογραφία
πλαστογραφία υπογραφής, πλαστογραφία δημοσίου εγγράφου ποινη, πλαστογραφία ποινικός κώδικας, πλαστογραφία άρθρο 216, πλαστογραφία μετά χρήσεως, πλαστογραφία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλαστογραφία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πλασματικός στα βουλγαρικά - измислен, привиден, фиктивен, фиктивни, фиктивна
- πλαστικός στα βουλγαρικά - пластмаса, пластмасов, пластмасови, пластмасова, пластична
- πλαστός στα βουλγαρικά - измислен, привиден, фиктивен, фиктивни, фиктивна
- πλατέως στα βουλγαρικά - plateos
Τυχαίες λέξεις
Πλαστογραφία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: фалшификация, подправка, фалшифициране, подправяне, подправен
Μεταφράσεις: фалшификация, подправка, фалшифициране, подправяне, подправен