Πλαστογραφία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: πλαστογραφία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
falsificação, a falsificação, falsificações, fraude, falsificação de
Πλαστογραφία στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλαστογραφία

πλαστογραφία υπογραφής, πλαστογραφία δημοσίου εγγράφου ποινη, πλαστογραφία ποινικός κώδικας, πλαστογραφία άρθρο 216, πλαστογραφία μετά χρήσεως, πλαστογραφία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πλαστογραφία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • πλασματικός στα πορτογαλικά - fictício, fictícia, fictícios, fictícias, fictitious
  • πλαστικός στα πορτογαλικά - plástico, emplastro, plásticos, de plástico, plástica, plásticas
  • πλαστός στα πορτογαλικά - falsificar, fictício, fictícia, fictícios, fictícias, fictitious
  • πλατέως στα πορτογαλικά - plateos
Τυχαίες λέξεις
Πλαστογραφία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: falsificação, a falsificação, falsificações, fraude, falsificação de