Πλαστογραφία στα εσθονικά
Μετάφραση: πλαστογραφία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
võltsing, võltsimine, võltsima, pettur, võltsimise, võltsimise takistamisel, võltsingu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλαστογραφία
πλαστογραφία υπογραφής, πλαστογραφία δημοσίου εγγράφου ποινη, πλαστογραφία ποινικός κώδικας, πλαστογραφία άρθρο 216, πλαστογραφία μετά χρήσεως, πλαστογραφία λεξικό γλώσσας εσθονικά, πλαστογραφία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πλασματικός στα εσθονικά - petlik, fiktiivne, fiktiivseid, fiktiivsed, fiktiivsete, fiktiivse
- πλαστικός στα εσθονικά - plastiline, plast, plastist, plastic, plastikust, plasttoodete
- πλαστός στα εσθονικά - võltsima, pettur, võltsing, fiktiivne, fiktiivseid, fiktiivsed, fiktiivsete, ...
- πλατέως στα εσθονικά - lairiba, plateos
Τυχαίες λέξεις
Πλαστογραφία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: võltsing, võltsimine, võltsima, pettur, võltsimise, võltsimise takistamisel, võltsingu
Μεταφράσεις: võltsing, võltsimine, võltsima, pettur, võltsimise, võltsimise takistamisel, võltsingu