Πλαστογραφία στα ουγγρικά
Μετάφραση: πλαστογραφία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szédelgés, csel, meghamisítás, hamisítvány, hamisítás, a hamisítás, hamisítása, hamisítást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλαστογραφία
πλαστογραφία υπογραφής, πλαστογραφία δημοσίου εγγράφου ποινη, πλαστογραφία ποινικός κώδικας, πλαστογραφία άρθρο 216, πλαστογραφία μετά χρήσεως, πλαστογραφία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πλαστογραφία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πλασματικός στα ουγγρικά - hiú, kitalált, fiktív, képzeletbeli, a fiktív, fiktívek
- πλαστικός στα ουγγρικά - plasztikai, alakítható, formálható, képlékeny, műanyag, műanyagból, a műanyag, ...
- πλαστός στα ουγγρικά - csel, hamisítvány, meghamisítás, szédelgés, kitalált, fiktív, képzeletbeli, ...
- πλατέως στα ουγγρικά - plateos
Τυχαίες λέξεις
Πλαστογραφία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szédelgés, csel, meghamisítás, hamisítvány, hamisítás, a hamisítás, hamisítása, hamisítást
Μεταφράσεις: szédelgés, csel, meghamisítás, hamisítvány, hamisítás, a hamisítás, hamisítása, hamisítást