Προσκυνητής στα βουλγαρικά
Μετάφραση: προσκυνητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пилигрим, поклонник, Pilgrim, Пилгрим, поклоннически
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκυνητής
προσκυνητής στιχοι, προσκυνητής παρτιτούρα, προσκυνητής lyrics, προσκυνητής κιθάρα, προσκυνητής tabs, προσκυνητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, προσκυνητής στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- προσκρούω στα βουλγαρικά - подутина, друс, разтърсване, бум, избутам
- προσκτώμαι στα βουλγαρικά - prosktomai
- προσκόλληση στα βουλγαρικά - сцепление, придържане, спазване, спазването, придържането, прилепване
- προσκύνημα στα βουλγαρικά - поклонение, поклонничество, поклоннически, за поклонение, на поклонение
Τυχαίες λέξεις
Προσκυνητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пилигрим, поклонник, Pilgrim, Пилгрим, поклоннически
Μεταφράσεις: пилигрим, поклонник, Pilgrim, Пилгрим, поклоннически