Προσκυνητής στα γερμανικά
Μετάφραση: προσκυνητής, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pilger, Pilger, pilgrim, Pilgers, Wallfahrts
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκυνητής
προσκυνητής στιχοι, προσκυνητής παρτιτούρα, προσκυνητής lyrics, προσκυνητής κιθάρα, προσκυνητής tabs, προσκυνητής λεξικό γλώσσας γερμανικά, προσκυνητής στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- προσκρούω στα γερμανικά - intensiv, zusammenprallen, kollidieren, unfall, zusammenbruch, plänkelei, crash, ...
- προσκτώμαι στα γερμανικά - zweigniederlassung, schwestergesellschaft, prosktomai
- προσκόλληση στα γερμανικά - haftvermögen, verwachsung, klebstoff, kleber, anhaftung, adhäsion, haftung, ...
- προσκύνημα στα γερμανικά - pilgerschaft, fahrt, pilgerfahrt, Wallfahrt, Pilgerfahrt, Pilgerschaft
Τυχαίες λέξεις
Προσκυνητής στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: pilger, Pilger, pilgrim, Pilgers, Wallfahrts
Μεταφράσεις: pilger, Pilger, pilgrim, Pilgers, Wallfahrts