Προσκυνητής στα ουκρανικά
Μετάφραση: προσκυνητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поцуплює, лисина, паломник, прочанин
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκυνητής
προσκυνητής στιχοι, προσκυνητής παρτιτούρα, προσκυνητής lyrics, προσκυνητής κιθάρα, προσκυνητής tabs, προσκυνητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, προσκυνητής στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- προσκρούω στα ουκρανικά - зштовхнутися, розбити, гуркотати, падати, гуркіт, зіткнення, зіткнутися, ...
- προσκτώμαι στα ουκρανικά - філія, приєднуватися, філіал, prosktomai
- προσκόλληση στα ουκρανικά - згоду, злагода, згода, злагоду, порозуміння, дотримання, додержання
- προσκύνημα στα ουκρανικά - паломництво, проща, прощу, паломництва
Τυχαίες λέξεις
Προσκυνητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поцуплює, лисина, паломник, прочанин
Μεταφράσεις: поцуплює, лисина, паломник, прочанин