Προσκυνητής στα σουηδικά
Μετάφραση: προσκυνητής, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pilgrim, pilgrimen, pilgrims, vallfärda, vallfärdar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκυνητής
προσκυνητής στιχοι, προσκυνητής παρτιτούρα, προσκυνητής lyrics, προσκυνητής κιθάρα, προσκυνητής tabs, προσκυνητής λεξικό γλώσσας σουηδικά, προσκυνητής στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- προσκρούω στα σουηδικά - olycka, bump, stöta, stöter, bula, springa
- προσκτώμαι στα σουηδικά - prosktomai
- προσκόλληση στα σουηδικά - adhesion, anslutning, vidhäftningsförmåga, vidhäftning, efterlevnad, ansluta sig, följsamhet
- προσκύνημα στα σουηδικά - pilgrims, pilgrimsfärd, pilgrimsfärden, vallfärd, pilgrimsresa
Τυχαίες λέξεις
Προσκυνητής στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: pilgrim, pilgrimen, pilgrims, vallfärda, vallfärdar
Μεταφράσεις: pilgrim, pilgrimen, pilgrims, vallfärda, vallfärdar