Στραπατσάρισμα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб
Στραπατσάρισμα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα

στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, στραπατσάρισμα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • στραγγαλίζω στα βουλγαρικά - гарота, удушвам, удушване на човек, удушавам с гарота, смърт чрез удушване чрез гарота
  • στραμπουλίζω στα βουλγαρικά - навяхване, изкълчване, навяхвам, изкълчвания, навяхване на
  • στρατάρχης στα βουλγαρικά - маршал, област, поле, полето, областта, сфера
  • στρατήγημα στα βουλγαρικά - хитрост, военна хитрост
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: вдлъбнатина, пробив, Дент, Dent, конски зъб