Στραπατσάρισμα στα ουγγρικά

Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behorpadás, horpadás, benyomódás, Dent, horpadást, lófogú
Στραπατσάρισμα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα

στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στραπατσάρισμα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • στραγγαλίζω στα ουγγρικά - elfojtódás, szivató, nyakszorító vassal kivégez
  • στραμπουλίζω στα ουγγρικά - villáskulcs, ficam, fonákság, rándulás, megterhelés, csavarugrás, feszültség, ...
  • στρατάρχης στα ουγγρικά - marsall, tábornagy, udvarmester, mező, területén, területen, terén, ...
  • στρατήγημα στα ουγγρικά - hadicsel, cselfogás, csel, konstrukcióval, csellel
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: behorpadás, horpadás, benyomódás, Dent, horpadást, lófogú